2η ημέρα του Τσες(Ches) 1485
Η κούραση και ο πόνος από τις διαδοχικές μάχες στο υπόγειο φρούριο των Ζένταριμ έφτασε στο τέλος της. Οι λεπίδες των σπαθιών, αν δεν ήταν μαγικές, οι περισσότερες θα είχαν στομώσει από τα ατελείωτα χτυπήματα και την υγρασία του Υποσκότους. Η θωράκισή σας αναμειγνύεται από σωματικούς χυμούς δαιμόνων, ανθρωποειδών και τεράτων, ο μαγικός σάκος σας είναι οριακά γεμάτος από πλούσια και μαγικά λάφυρα. Όμως, το τυχοδιωκτικό πνεύμα του Μόρφιον, κεντρισμένο από το πάθος του ως Χάρπερ για πλήρη ανίχνευση της βάσης των Ζένταριμ, οδηγεί την ομάδα παρακινδυνευμένα σε μία τελευταία σημαντική ανακάλυψη.
Ένα από τα πολλά δωμάτια στον λαβύρινθο του φρουρίου αποδεικνύεται ότι αποτελεί είσοδο σε κάποια εξώκοσμη διάσταση. Μπαίνοντας συναντάτε δύο πανάρχαιες πύλες να σφραγίζουν τις εξόδους του. Μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες, χάρη στην ευρηματικότητα του Έλιστρααλ, ανακαλύψατε τον τρόπο να περάσατε από τις γητεμένες πύλες. Τέσσερις αθεράπευτα αθυρόστομες νεράιδες βρίσκονται αλυσοδεμένες στην επόμενη αίθουσα και, αφού πρώτα σας λούζουν με τραγουδιστές προσβολές σε κάποια άγνωστη γλώσσα, αποφασίζετε να τις ελευθερώσετε.
Παρά την μαγική περικεφαλαία κατανόησης του Μπροκ η επικοινωνία με τα μικροσκοπικά φτερωτά πλάσματα δεν είναι αμφίδρομη, έτσι νέα ερωτήματα γεννιούνται που δυστυχώς έμειναν αναπάντητα. Πως βρέθηκαν παγιδευμένες εκεί, τι υπάρχει στην άλλη πλευρά και σε τι κόσμο βρίσκεστε?
Οι νεράιδες, βιαστικά και ανάγωγα, φρόντισαν προτού φύγουν να σας προειδοποιήσουν πως βέβαιος θάνατος περιμένει όποιον συνεχίσει παρακάτω. Αυτό επιβεβαιώνει και η αράχνη-ανιχνευτής του Μπροκ καθώς μια ολέθρια απειλή ικανή να σταματήσει και τους πιο έμπειρους πολεμιστές φρουρεί άγρυπνα την επόμενη αίθουσα: Πέντε γιγάντιες πολυκέφαλες Ύδρες. Έτσι, αποφασίσατε να επιστρέψετε ξανά στην διάσταση του Φαερούν και το φρούριο των Ζένταριμ.
Ο ενθουσιασμός της ανόδου στην επιφάνεια του κόσμου, η προσμονή για το αντίκρισμα της υπαίθρου και του ουράνιου θόλου, δίνουν τώρα επιπλέον ώθηση στην ομάδα. Σύντομα, ανταμώνετε ξανά με την καταραμένη Λιρντούιτ και την Ρύστια που περιμένουν στην έξοδο του φρουρίου και αρχίζετε την αναρρίχηση του καταρράκτη προς την έξοδο της χαράδρας.
Φτάνοντας στην κορυφή, το θέαμα του ήλιου και αμέτρητες σταγόνες βροχής σας γεμίζουν από ανακούφιση, παρόλα που τα μάτια σας χρειάζονται χρόνο να προσαρμοστούν στο εκτυφλωτικό όπως αποδεικνύεται φως. Κατασκηνώνετε προσωρινά, κι όταν έχετε ανακτήσει πλήρως την όρασή σας, δοκιμάζετε να αναγνωρίσετε το τοπίο που αποδεικνύεται ότι είναι οι κακόφημοι Ατελείωτοι Βάλτοι στην Κοιλάδα του Ντέζαριν. Η ελπίδα όλων είναι να βρείτε σύντομα γιατρειά για την Λιρντούιτ, πριν αναγκαστείτε να την δολοφονήσετε.
Ξεκινάτε την κατάβαση της απόκρημνης κορυφής στο σύμπλεγμα λόφων που πλαισιώνουν αυτό το τμήμα του βάλτου και, πριν φτάσετε στα μέσα της διαδρομής, γίνεστε μάρτυρες μιας συμπλοκής. Μια ομάδα από ορκς στήνει ενέδρα σε δυο γιγάντια Γουίβερνς που τρέφονται από το πτώμα ενός Εττίνου. Όλα αυτά συμβαίνουν υπό το φλογισμένο βλέμμα του συντρόφου σας Ζορντ, όπου παρακολουθώντας την συμπλοκή διακρίνει το ακρωτηριασμένο χέρι κάποιου συμπατριώτη του να κρέμεται σαν τρόπαιο από τον λαιμό της μάγισσας που ηγείται των ορκς. Τα σπάνια ορκ που ακολούθησαν του Θεούς Ζαβίκ έχουν γκρίζο χρώμα όπως ο Ζορντ και μαύρα καμένα χέρια. Τα Γουίβερνς αρπάζουν από ένα ορκ το καθένα και απομακρύνονται, τα βάρβαρα ορκς ψαχουλεύουν βιαστικά το πτώμα του Εττίνου και εξαφανίζονται τρέχοντας προς τους βάλτους.
Το ταξίδι σας συνεχίζεται ακολουθώντας ένα σμήνος πεταλούδων-αγγελιοφόρων της θεότητας Έλιστραη, οι οποίες σας οδηγούν σε ένα μαγικό πέρασμα που βρίσκεται στο κοντινό Ασημόδασος(Silverwood), με την υπόσχεση για αντιστροφή της κατάρας που έχει μεταμορφώσει την Λιρντούιτ σε ανθρωπόμορφη αράχνη(Drider). Η σπουδαία μαγεία που κρύβεται στην κορυφή του κορμού ενός γιγάντιου αρχαίου δέντρου σας μεταφέρει στο δάσος του Άρντιπ(Ardeep) στην φημισμένη περιοχή της Ακτής των Σπαθιών(Sword Coast). Εκεί βρίσκονται τα απομεινάρια του παλιού και δοξασμένου ξωτικού βασιλείου του Άρντιπ(Ardeep).
Στο δάσος του Άρντιπ βρήκαν καταφύγιο πριν χαθούν για πάντα οι γονείς του Έλιστρααλ Γκαλανόντελ, και μέχρι να προλάβετε να οργανώσετε το σχέδιο σας, μια ομάδα από ξωτικά, Κενταύρους και δρυάδες σας περικυκλώνουν. “Η είσοδος στο δάσος είναι απαγορευμένη” σας ενημερώνουν απειλητικά. Τα πνεύματα καθησυχάζει η αναφορά του Μόρφιον στην ξωτική γιαγιά του Μάργουεν και η γνωριμία της με την Δρυίδη επικεφαλής της ξωτικής περιπόλου.
Αποδεικνύεται πως όλο το δάσος βρίσκεται σε επιφυλακή έπειτα από επιδρομή ξωτικών του Υποσκότους στο ναό λατρείας της θεάς Ελίστραη. Το μέρος αυτό του δάσους είναι τώρα σε καραντίνα καθώς όσους έστειλαν έκτοτε τα ξωτικά του Άρντιπ δεν επέστρεψαν ποτέ. Αφού εμπιστεύεστε την φροντίδα της καταραμένης Λιρντούιτ στην δρυίδησα, αποφασίζετε να ανακαλύψετε μόνοι σας τι συμβαίνει στο ναό όπου ήταν ο τελευταίος προορισμός των Γκαλανόντελ και η μοναδική ελπίδα σωτηρίας της Λιρντούιτ.
Δεν προφτάσατε να διανύσετε παραπάνω από δέκα λεπτά απόστασης στην απαγορευμένη περιοχή όταν ένα ελάφι φτάνει τρέχει προς το μέρος σας καταδιωκόμενο από απόκοσμα ιπτάμενα τέρατα, τα Σκυλιά του Θανάτου (Murder Hounds). Το ελάφι γρήγορα παίρνει την μορφή μιας νεαρής γυναίκας drow η οποία έντρομη σας εκλιπαρεί για βοήθεια, τα τέρατα έρχονται πλέον κατά πάνω σας...