Μυστήρια της Κάντλκιπ, Επεισόδιο 5: Η Αόρατη Απειλή

Η παρούσα χρονογραφία συντέθηκε υπο του Ζουκ Νίγκελ Λιγμενοφαγητού της Αμν και σκοπό έχει να αποτελέσει κτήμα εις αεί σε όλους εκείνους τους γενναίους ερευνητές που με το πείσμα, την υπομονή, την οξυδέρκεια και την άσβεστη δίψα τους, επιδιώκουν να μεγαλώνουν τους ορίζοντες της γνώσης τους.

Μέρος Τρίτο

Διαβήκαμε εκ νέου το στενό πέρασμα προκειμένου να ξαναβρεθούμε στα ενδότερα του σπηλαίου. Ο Φούριν δεν έδειχνε και πολύ χαρούμενος με αυτή την προοπτική, οι φόβοι του ωστόσο διασκεδάστηκαν εφόσον το τέχνασμα που χρησιμοποιήσαμε εκ νέου απο κοινού με τον Αουρέλιον φάνηκε να λειτουργεί.
Ξεπερνώντας το αραχνούφαντο πέρασμα για ακόμη μια φορά βρεθήκαμε στην άνετη κοιλότητα της σπηλιάς και οι επιλογές για τον δρόμο που θα ακολουθούσαμε ξανοίγονταν μπροστά μας. Ωστόσο κάτι δεν πήγαινε καλά. παράξενοι ήχοι ακούγονταν απο το νερό ενώ πάνω σε μια γλιστερή πέτρα υπήρχε άγνωστη γραφή με πρωτόγονα ορνιθοσκαλίσματα. Μπροστά τους η γραφή των Ορκ έμοιαζε με κομψοτέχνημα.

Απο το νερό αναδύθηκαν δυο πελώριες ερπετοειδής μορφές οι οποίες χωρίς να χάσουν χρόνο επιτέθηκαν ξερνώντας γλώσσες δηλητηρίου. Ο γενναίος Φούριν δέχθηκε σκληρά χτυπήματα προστατεύοντας τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας. Δεν είμασταν βέβαιοι για την επιβίωση του.

Σαν να μην έφτανα τα δεινά μας μα μαζί με τα ερπετοειδή γλιτσερές δίποδες μορφές άρχισαν να μας περικυκλώνουν… Τρωγλοδύτες με τα απαίσια στόματα τους να χάσκουν ανοιχτά, έτοιμα να μας κατασπαράξουν.

Η μάχη φαινόταν να είναι φθοράς. Τα πλάσματα έδειχναν πεινασμένα και προφανώς σκέφτηκαν πως θα είμασταν ένα νόστιμο δείπνο. Έπρεπε να αποδείξουμε πως δεν τρωγώμασταν!

Η Λιθάριελ με τον Σόναθ ανέλαβαν να φέρουν εις πέρας αυτη την συλλογιστική. Η πρώτη ξέσκιζε με τα σαγόνια της τα μαλακά σημεία των πλασμάτων ενώ ο μυστηριώδης Σόναθ χτυπούσε απο τις σκίες με ακρίβεια αετού.

Όσα πλάσματα επιβίωσαν τράπηκαν σε φυγή. Περιεργαζόμενοι τις πληγές μας και ενώ ακόμη αναλογιζόμασταν το σωστότερο μονοπάτι για να πάρουμε, μια περίπολος των Ορκ μας προσπέρασε. Έδειχνε τόσο αποροφημένη σε κάτι που φαινομενικά την κυνηγούσε που αποφασίσαμε απο κοινού να εγκαταλείψουμε οριστικά το σπήλαιο και να κατευθυνθούμε προς το Λαμπαδοκάστρι.
Ο δρόμος της επιστροφής αυτή τη φορά μας επιφύλασσε μια δυσάρεστη έκπληξη. Οχτάποδα τεράστια τριχωτά πόδια, με κόκκινα μάτια και βολβοειδή μαλακά σώματα αποφάσισαν να μας τυλίξουν σε ιστούς για να μας καταβροχθίσουν με την ησυχία τους αργότερα. Όπως όλα έδειχναν πλέον είμασταν κομμάτι του ιδιαίτερου μενού που προσέφερε η σπηλιά στους
ιδιαίτερους κατοίκους της. Εφόσον επιβιώσω θα προτείνω την αποστολή μιας ομάδας γεωλογίας καθώς είμαι περίεργος να μάθω το οικοσύστημα που επικρατεί εδώ. Φαίνεται πολύ ενδιαφέρον.

Ο ιστός αποδείχθηκε ανυπέρβλητο εμπόδιο για τα όπλα του Φούριν ο οποίος μάλλον εξαντλημένος απο την προηγούμενη μάχη δεν κατόρθωσε να απαλλαγεί απο το σφιχταγκάλιασμα του όση ώρα οι υπόλοιποι προσπαθούσαμε να αποφύγουμε άλλο ένα ζευγάρι πεινασμένα στομάχια.

Πάντως ο τόπος δεν έδειχνε διακρίσεις. Όλοι μας θεωρούσαν τροφή. Είναι και αυτό ένα είδους ισότητας. Η Λιθάριελ δεν έπαψε να μας εκλπήσσει. Τούτη την φορά μεταμορφώθηκε η ίδια σε έναν απο αυτους τους γιγαντιαίους αραχνογίγαντες και έσπειρε τον όλεθρο.

Αφού γλιτώσαμε και απο αυτό τον άμεσο κίνδυνο βρίσκομασταν επιτέλους στο απέρνατο δάσος. Σε ανοιχτό χώρο. Η τύχη μας ωστόσο δεν έμελλε να καλυτερέψει. Επικοινωνώντας με ένα αετό ο Γκάρβιελ πληροφορήθηκε οτι ολόκληρες στρατιές Ορκ έδειχναν να κατευθύνονται προς την σπηλιά. Βρισκόμασταν περικυκλωμένοι οπότε έπρεπε να είμαστε πολύ προσεκτικοί. Λάβαμε την απόφαση να κοινούμαστε μέρα και να ξεκουραζόμαστε νύχτα
(εφόσον τα Ορκ δεν κινούνται τη μέρα).

Στόχος μας ήταν πλέον να φτάσουμε στο κοντινό χωριό του Λαγκαδόκηπου. Η νύχτα έπεσε γαλήνια και όλοι λάβαμε τις κατάλληλες θέσεις πάνω στα δέντρα ώστε να ξεκουραστούμε. Μου είχε λείψει η αίσθηση του δέντρου. Ακόμα μια φορά ένιωθα οικία, λές και βρισκόμουν στα πανάρχαια δάση της Αμν.

Ενώ βρισκόμουν εις την αγκάλη του Θωθ, ονειρευόμενος είχα μια αναπάντεχη και ευχάριστη, για αλλαγή, έκπληξη. Ο Δάσκαλος μου Νίμπελ επικοινώνησε μαζί μου μετά απο καιρό. Ήταν καλά προς το παρόν ωστόσο το μήνυμα του είχε και μια τρομακτική προειδοποίηση: ο Κάελ Σέλεμτσαντ ο Γύπας της Αθκάτλα, βρισκόταν στο δρόμο προς την Γκουτρουγχαρ ψάχνοντας ένα μαγικό αντικείμενο.

Δεν γνωρίζω τι ακριβώς μπορεί να είναι αυτό. Το μόνο που γνωρίζω είναι πως πρέπει να τον αποτρέψουμε απο το να το αποκτήσει πάση θυσία. Το μόνο θετικό ήταν πως ένας πράκτορας των αναγνωρισμένων θα μας περίμενε στο χωριό του Λαγκαδόκηπου για να μας βοηθήσει.

Αναρωτιέμαι τι είδους βοήθεια θα μπορέσει να μας παρέχει αυτός ο μυστηριώδης σύμμαχος απέναντι σε μια πολυπληθή ορδή Ορκ και ένα τόσο ισχυρό Μάγο.
Τις σκέψεις μου διέκοψαν τσιριχτές κραυγές των πρασινόμορφων των οποίων η σάρκα ξεσκίζονταν απο ένα λυκανθροπώμορφο πλάσμα.

Η επομένη μας βρήκε να σχεδιάζουμε τον τρόπο με τον οποίο θα πηγαίναμε προς τον Λαγκαδόκηπο. Οι ιδέες μας δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα. Ο Γκάρβιελ αρχικά έδειχνε να τα πηγαίνει σχετικά καλά. Κάλεσε κοντά του ένα πανέμορφο και μεγαλόπρεπο αρσενικό ελάφι. Στην πορεία ωστόσο τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ιδανικά. Δεν έχω ξανακούσει ελάφι να γελάει. Μάλλον ούτε θα ξανακούσω. Ωραία εμπειρία πάντως. Το πρόβλημα ήταν ότι ξαφνικά στην συζήτηση έφερε και φίλους του οι οποί είχαν την ίδια αντίδραση προτού
εξαφανιστούν.

Ας περιοριστούμε εδώ στο ότι αποφασίστηκε (εφόσον ούτε το δικό μου σχέδιο με την μεγένθυση του Παράτατα του πιστού μου χάμστερ ευδοκίμησε) να ταξιδέψω στην πλάτη της Λιθάριελ για να φτάσουμε πρώτοι στο χωριό όσο οι υπόλοιποι θα ακολουθούσαν διακριτικά και προσεκτικά.
Back to blog

Leave a comment