Αφού καταφέραμε να ηρεμίσουμε τον Χάλεθ από το να αρχίσει τις μπάτσες σε ότι ανέπνεε μπήκαμε στο δωμάτιο του βασιλιά των γκόμπλιν ο οποίος τελικά ήταν ένας πανέμορφος «ψηλός» άνθρωπος. Το δωμάτιο ήταν γεμάτο φρουρούς και μαξιλάρια τα οποία ήταν απαραίτητα για όποιον ήθελε να μιλήσει καθώς δεν μπορείς να μιλάς αν δεν κάθεσαι σε μαξιλάρι or some shit. Ο Έβινταλ παρουσιάστηκε σαν αρχηγός και κάθισε πρώτος για να μιλήσει μαζί του και ο βασιλιάς είπε ότι ήθελε δώρα από τις δυτικές αίθουσες. Έγινε μια διαπραγμάτευση της πέεεεουτσας καθώς εκτός από τα δώρα ο Έβινταλ μας χρέωσε να του δώσουμε και σιδερένιες ράβδους, που με τα χρήματα από μια μόνο θα μπορούσε η Συλβάνα να πάρει αρκετά βέλη για να τους απαλλάξει από την μιζέρια τους. Η Καλάνθη σαν γνωστή χαζούλα γυρνούσε με ένα βαρέλι πάνω στο κεφάλι της και προσπαθούσε να γλύψει ένα καρότο από μια τρύπα όσο εμείς κινηθήκαμε δυτικά και βρεθήκαμε σε μια δεξαμενή με μια αντλία νερού. Όπως ψάχναμε τον πάτο της με το mage hand του Κουίντους μας την έπεσε ένα Water Elemental το οποίο πούλεψε όταν πήγαμε να το σκοτώσουμε. Συνεχίσαμε και φτάσαμε σε ένα δωμάτιο με ένα ομοίωμα του Χαλάστερ, με τον μάγο να εμφανίζεται για 3η φορά στην ομάδα μας, το οποίο φώναζε σαν τρελός για βίαιους και μαγικούς θανάτους ενώ παράλληλα έφτιαχνε ματζούνια και φίλτρα. Βρήκαμε κάτι κατουρημένα μαξιλάρια για να πάμε για δώρα στον βασιλιά καθώς και ένα πιάνο με νεκρομαντική μαγεία που έπαιζε μόνο του. Εκείνη την ώρα μας την έπεσε ο Καλάσι ο Τίφλινγκ ο οποίος άρχισε να λέει στον Κουίντους για ΜπαμπαΓιάγκες και τα σχετικά αλλά ο γεράκος δεν μάσησε και του έχωσε ένα Καμεχάμεχα στο, όπως φάνηκε, ομοίωμά του. Ο κανονικός ήρθε μετά από λίγο και έκανε τον Έβινταλ Έμενταλ από τα βελάκια που του έριξε και οπισθοχώρησε πριν προλάβουμε να τον πιάσουμε. Την ώρα που η Σελούν είχε σώσει τον Έμενταλ και προσπαθούσαμε να catch our breath, εμφανίστηκε μια γάτα που έμοιαζε με αυτήν ενός γνωστού της Συλβάνα, την οποία και ακολούθησε η ομάδα προς την αίθουσα της αγοράς και εν συνεχεία προς τα νότια διαμερίσματα. Μαζί μας πήραμε και τον ξυρισμένο νάνο τον οποίο αφού τον ανακρίναμε αφήσαμε τον Χάλεθ να πάρει την εκδίκηση του και να τον στραγγαλίσει. Αφού τους πείσαμε να μας αφήσουν να περάσουμε πήγαμε για να ξεκουραστούμε σε μια αίθουσα που υπήρχε ένα βουνό από χρυσάφι πάνω από έναν βωμό του δαιμονικού πρίγκιπα Τζούιμπλεξ, ο οποίος έλεγε ότι θέλει μια προσφορά σάρκας.
Κααααααιιιι ακριβώς σε αυτό το σημείο σταματήσαμε.