9η του Τσες, 1485 Στην απαρχαιωμένη ιερή κατακόμβη του Θεού των Φόνων Μπάαλ αναζητούσατε τα ίχνη του γιου Γκάζμπακ, Μπούλτουκ. Η νάνα που νωρίτερα απελευθερώσατε από το μπουντρούμι των Κοκαλοσπάστων σας αποκάλυψε την ιστορία του συμπατριώτη του Ζορντ.
Ο Γκάζμπακ για να καταφέρει να απελευθερωθεί ακρωτηρίασε το χέρι που ήταν περασμένο στα σιδερένια δεσμά στο μπουντρούμι που κρατούνταν αιχμάλωτος με την νάνα Ιζκαρίλντ. Το Γκρίζο Ορκ σύμφωνα με την Ιζκάριλντ συμβουλεύτηκε τις ίδιες απόκοσμες δυνάμεις που τον οδήγησαν στους Ατέλειωτους Βάλτους. Οι νέες του εντολές ήταν να πάρει τον δρόμο για το Υποσκότος και την πρωτεύουσα των ξωτικών drow, Μενζομπεράανζαν. Ο γιος του Γκάζμπακ, Μπούλτουκ, έμεινε πίσω και είναι θύμα της διεφαρμένης επιρροής των Γριών Μαγισσών Άννις που ονομάζονται Κόρες της Λευκής Καταιγίδας.
Όσο οι εικόνες της αφήγησης της Ιζκάριλντ ήταν ακόμα νωπές και εξερευνούσατε τις κατακόμβες, ακούτε γιγάντια βήματα από τις γωνίες και από την πλευρά του φαραγγιού. Για ακόμη μια φορά, δύο από τους Γίγαντες της Ομίχλης εμφανίζονται στην βόρεια πλευρά του φαραγγιού, ανυπόμονοι να μιλήσουν με τον, νεκρό πλέον από την μάχη μαζί σας, Ούργκλατζ, αρχηγό των Κοκκαλοσπαστών. Ο Ζορντ μάταια αποπειράθηκε να τους ξεγελάσει και, σύντομα, οι Γίγαντες άρχισαν να μυρίζονται την Νεκροκεφαλαίθουσα που βρίσκοσταν κρυμμένοι. Μια ομοβροντία από βολές της βαλλίστρας του Μόρφιον και οι ισχυρές απόκρυφες εκρήξεις δύναμηςτου Έλιστρααλ τρέπουν τον Βίγκριχιλντ τον Κοιλαρά και τον Γκρουβχουλτ τον Λιγούρα σε φυγή. Ο μικρός Μπούλτουκ, στους ώμους του Βίγκριχιλντ σας παρακολουθεί συνεπαρμένος όσο οι γίγαντες απομακρύνονται και τηλεμεταφέρονται μαζί του μέσα σε μια κοντινή Νεκροκεφαλαίθουσα.
Πριν προλάβετε να ανασυνταχθείτε και να γιορτάσετε την φυγή των εχθρών, την ώρα που με την δύναμη του Μροκ μετακινείται τον ογκόλιθο που σφραγίζει την είσοδο, κατολισθήσεις αρχίζουν και πλακώνουν τον έναν μετά τον άλλον από εσάς, και οι πετρες στο έδαφος γίνονται γαμψές και κοφτερές. Την ίδια στιγμή ο ογκόλιθος κλείνει ερμητικά. και καταβάλλεται πολύ κόπο και υπερπροσπάθεια ώσπου απεγκλωβίζεστε και υποχωρείτε νότια στις κατακόμβες. Τότε, γερασμένες φωνές από ένα φάλτσο τρίο αντηχούν στους τοίχους απαγγέλοντας ένα ανατριχιαστικό τραγουδάκι..:
“Πριν κοιμηθείς να φας καλά, νεράιδες και ζαχαρωτά, όλα μαζί ανακατά κι ήρωας θα ανατείλεις
Θα μεγαλώσεις πρίγκιπας να γίνεις βασιλιάς, όλα τα ξωτικά στον τάφο να τα στείλεις,
Είναι δικό σου αυτός ο κόσμος και η νύχτα αρχοντική, ανθρώπους νάνους πάντα να υποτάζεις.
Όλοι είναι δούλοι και εσύ γεννιά βασιλική ,Γίγαντες κι Ορκ πάντα θα έχεις να προστάζεις”
Οι Κόρες της Λευκής καταιγίδας σας ορμούν από το έδαφος και τελευταία στιγμή σώνεται την Λιρντούιτ από τα χέρια της Μπερδεμένης Μάρσια της Νεκρανακατώστρας. Ο Ζορντ καλεί τους θεϊκούς ανέμους του Βάλκουρ και σας γλιτώνει από τα πολύ άσχημα αποτελέσματα της σατανικής ομίχλης που καλούσαν επίμονα η Κουρελιασμένη Λουίζ η Φεγγαρόπετση και η Σιωπηλή Λόρι η Ποντικολίκνα.
Πολεμάτε γενναία και οι δύο μάγισσες πέφτουν νεκρές, πριν καταφέρετε να τις αποτελειώσετε ορδές από όρκ και όγκρες ορμούν από τον βορρά. Η μάχη ολοκληρώνεται και στέκεστε νικητές, την ώρα που η Νεκρανακατώστρα ξεφεύγει μαζεύοντας τα πτώματα των αδερφών της.
Μια μικρή ανάπαυλα ξεκούρασης και φτάνετε έξω από την Νεκροκεφαλάιθουσα που νωρίτερα μέσα στην μέρα υποχώρησαν οι Γίγαντες. Ο Αντάκιορ βούτηξε στο χάος γλιστρώντας στην χαράδρα αφού τον προδωσε το σχοινί που χρησιμοποιούσατε για να περάσετε το ρήγμα. Αν δεν ήταν η μαγική του θωράκιση ίσως να είχε για πάντα χαθεί. Στεκούμενοι έξω από την είσοδο και όσο επιχειρείτε να λύσετε τα μάγια που την σφραγίζουν , παρατηρείτε έντρομοι να πλησιάζουνα πό το βορρά της χαράδρας οι ομίχλες, οι ίδιες ομίχλες που νωρίτερα έκρυβαν τους Γίγαντες Μεγαλόχειλους... Ο Αντάκιορ λύνει τελευταία στιγμή τα μάγια και πλέον βρίσκεστε σε άγνωστα σπήλαια....ποιος ξέρει τι παραμονεύει εδώ μέσα..