Και έτσι συγκεντρωθήκαμε για να ξεκινήσουμε το ταξίδι μας.
Φώναξε ο Μόρφιον: Μαζευτείτε όλοι τώρα, πάνω από εμένα.
Ρωτήστε με γιατί σας φώναξα είπε.
Πρέπει να καταστρώσουμε τακτική πορείας για το καλό της ομάδας.
Θα σας το πω μια φορά είπε, όχι δεύτερη. Και μιλούσε και μιλούσε μέχρι που τα κατάλαβαν όλα.
Για να καταφέρουμε να φτάσουμε γρήγορα έπρεπε να περπατάμε 8 μέρες την εβδομάδα.
Μπροστά πήγα εγώ με τους μοναχούς μου και τους Ζένταριμ να σκαουτάρουμε. Κάποια στιγμή, σε μια διάβαση, βλέπουμε 4 σκαθάρια με φωτιά στον κώλο τους.
Περιμένετε φώναξα στην ομάδα μου. Οι Ζένταριμ νόμισαν ότι εδώ έρχεται ο ήλιος και έτρεξαν να τα σκοτώσουν. Πιο σιγά τους φώναξα. Αυτοί με αγνόησαν και έτρεξαν να τα σκοτώσουν. Γυρίστε πίσω! Ξαναφώναξα. Τίποτα αυτοί.
Με το που έσφαξαν τα σκαθάρια πετάχτηκαν από το έδαφος κάτι τεράστια αλογάκια της Παναγίας και μας επιτέθηκαν όλους.
Βοήθεια φώναξα, χρειάζομαι κάποιον εδώ.
Έτσι έφτασε η ομάδα μου και κατάφερε να τα κατατροπώσει.
Συνεχίσαμε την πορεία μας ώσπου ξαφνικά ακούσαμε φωνές. Έχω ένα προαίσθημα φώναξα. Βρήκαμε 2 νάνους που τους επιτίθονταν οι σκιές τους. Πήγαμε και εμείς να βοηθήσουμε αλλά μας την έπεσαν Δαίμονες της σκιάς. Τους κατατροπώσαμε όπως τους άξιζε και συνεχίσαμε την πορεία μας.
Εκεί πιο κάτω βρήκαμε ένα οικισμό από Γκόμπλιν. Τους την πέσαμε και μας απευθύνθηκε ο αρχηγός τους, ο Γκρένκο, ο οποίος πήγε να μας φοβίσει επικαλούμενος το δικό του μεγάλο σαμάνο αρχηγό.
Η αυτού μεγαλειότης, κατάλαβε αμέσως ο Ζόρντ, ότι ήταν ο Γκάσμπαχ. Φερθείτε φυσικά μας λέει ο Ζορντ, θα κουβαλήσω εγώ αυτό το βάρος, δε θα πάρει πολύ.
Και ετοιμάζει τα κόλπα του..
Ομπλαντί!
Ομπλαντά!