Ο Θρύλος του Έλιστρααλ Γκαλανόντελ

Ο Θρύλος του Έλιστρααλ Γκαλανόντελ

1.Γέννηση και Απελευθέρωση

(Διηγείται ο Βάρδος Φθορ υπό την μουσική υπόκρουση στο γιουκαλίλι του ανθρωπόμορφου σκύλου Μαγιόρ)

Αν μου ζητούσαν να διηγηθώ την τραγική ιστορία του Έλιστρααλ Γκαλανόντελ θα έπρεπε να σας κρατήσω εδώ για εβδομάδες. Κανένας ήρωας του Υποσκότους δεν θα μπορέσει ποτέ να επαναλάβει, ίσως για καλύτερα, το μυθικό του έπος, πόσο μάλλον βιώνοντας τέτοιο πόνο και απώλεια μέχρι τέλους. Όπως αρμόζει σε έναν ήρωα σαν και αυτόν, τις λεπτομέρειες θα τις αφήσω στην φαντασία σας κι εδώ θα σας διηγηθώ τα σπουδαιότερα κατορθώματά του.

Γεννημένος σε ένα εγκαταλελειμμένο ναό της καλής θεάς των ξωτικών του υποσκότους, της Ελίστραη, οι γονείς του χαρίζουν αυτό το όνομα για να τιμήσουν την ελπίδα, φέρνοντας στον ιστορικό οίκο των Γκαλανόντελ ένα αγόρι σύμβολο. Βιώνοντας την φρικτή καθημερινότητα που μαστίζει όσους κατοικούν στις πόλεις που βασιλεύει η θρησκεία της Σατανικής Βασίλισσας των αραχνών, της Δαιμόνισας Λόλθ, κρύβουν στη γέννηση του Ελίστρααλ την απελπισία και την αγάπη τους. Δεν πίστευαν ποτέ ότι θα κατάφερναν να δουν το φως του Ήλιου και την Ελίστραη στην επιφάνεια του Τόριλ, έτσι ο Έλιστρααλ συμβολίζει για τους μοιραίους γονείς του και τα δύο.

Από τα πρώτα του χρόνια ακολουθεί τους φυγάδες γονείς και ζει σαν αιρετικός. Ταξιδεύει σε σκοτεινά μονοπάτια, με το βλέμμα μόνιμα να φυλάει για διώκτες της Λόλθ, σε μία ατελείωτη αναζήτηση λύτρωσης και απελευθέρωσης του λαού του από τους ιστούς της παντοδύναμης δαιμονικής αρχόντισσας. Έτσι εκπαιδεύεται μαζί με τους συμπατριώτες αποστάτες για να επιβιώσει και να γίνει ικανός στα όπλα. Όταν τελειώνει κάθε μέρα από την πολεμική του εκπαίδευση, οι μύθοι και ο θρύλοι που κρύβονταν στα αρχαία κείμενα και τα βιβλία κερδίζουν την ρομαντική ψυχή του, κι έτσι μελετά διεξοδικά και ταξιδεύει με την φαντασία του ακόμη και στον ξένο κόσμο της επιφάνειας.

Τα χρόνια περνούν κι έτσι φτάνει η μέρα που είναι έτοιμος να πάρει τους όρκους του για να γίνει ένας από τους επίλεκτους, μέλος του τάγματος των Χορευτών της Σκιάς (Shadow-dancers). Φτάνει μαζί με τους συντρόφους του σε έναν οχυρωμένο ναό για να γίνει επίσημα μέλος του ιερού τάγματος. Τότε, με μία φονική ενέδρα, οι ορκισμένοι ακόλουθοι της Λολθ παρέα με τα φρικιαστικά τους τέρατα τους κατατρόπωσαν. Ο Έλιστρααλ στο χάος της ολέθριας μάχης προσευχήθηκε μάταια για βοήθεια στην καλή θεά Ελίστραη. Μοιραία γλιτώνει τον θάνατο και την αιχμαλωσία, αποκόβεται από τους γονείς του και περιπλανιέται στα αχανή βάθη του Υποσκότους παρέα με ελάχιστους άλλους επιζώντες. Μάταια προσευχήθηκε ξανά για παρηγοριά και λύτρωση χωρίς να λάβει απάντηση. Φτάνει έτσι η μέρα όπου οι ορκισμένοι της Λόλθ τον ανακαλύπτουν.Αυτή την φορά δεν προσεύχεται. Όχι. Ολόψυχα, τους μαυρίζει με φοβερές κατάρες και, αλυσοδεμένος ήδη στον δρόμο για την εκτέλεση ή, ακόμη χειρότερα, προοριζόμενος για μια ζωή σκλαβιάς, ζητά απελπισμένος ξανά βοήθεια από την καλή θεά Ελίστραη. Στα λόγια του ψελλίζει όρκους για απόλυτη εκδίκηση. Λίγο πριν χάσει από τα βασανιστήρια τις αισθήσεις του άκουει, απροσδόκητα, μια φωνή σαν απάντηση.

Αργότερα εκείνη την ημέρα ξυπνά και, δίχως να το γνωρίζει ο ίδιος αρχίζει ο θρύλος του Έλιστρααλ Γκαλανόντελ. Με συντροφιά την φωνή μιας αρχέγονης δύναμης που του χαρίζει χαρισματικές αρκανικές ικανότητες ο Έλιστρααλ κάνει πλέον υπομονή. Είναι αιχμάλωτος στα μπουντρούμια του εχθρού και περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να πάρει την εκδίκηση του, και ταυτόχρονα να διεκδικήσει την ελευθερία του. Η στιγμή φτάνει. Εκείνη την νύχτα, στα τρομερά μπουντρούμια των ξωτικών της Λολθ, ο Έλιστρααλ δραπετεύει και γνωρίζει τους πιο πολύτιμους συντρόφους. Εκείνη είναι η νύχτα που γεννιούνται τα Υπόσκυλα, η μυθική ομάδα που ακόμη τραγουδιέται από τους σπουδαιότερους βάρδους του Υποσκότους και της Επιφάνειας του Τόριλ.



2.Ο δρόμος της απώλειας και η Πόλη των Λεπιδών


Όταν περιπλανιέσαι στα αφιλόξενα άγρια του Υποσκότους, συμφιλιώνεσαι βίαια με την ιδέα του θανάτου και της απώλειας. Στην πρώτη εβδομάδα που ακολούθησε την απόδραση των Υπόσκυλων από τα μπουντρούμια των Ξωτικών της Λολθ, ο Έλιστρααλ βίωσε ξανά και ξανά το σκληρό μάθημα του χαμού των συνταξιδιωτών του. Πολλοί χάθηκαν μέσα σε ένα βράδυ, όταν, συγκαλυμμένος από το πέπλο της συντροφικότητας και μολυσμένος από την τρέλα των Αρχόντων της Αβύσσου, ένας από τους συνταξιδιώτες ξέκανε αποτρόπαια τα μοναχικά ή αδύναμα μέλη του καραβανιού . Σταδιακά έμειναν μόλις οι μισοί από την ηρωική ομάδα που απέδρασε από τα μπουντρούμια. Με οδηγό δύο γκρίζους νάνους εμπόρους που επέστρεφαν στην πατρίδα τους, η ομάδα κινήθηκε για την Πόλη των Ντουέργκαρς, την Γκράκλστουχ, Πόλη των Λεπιδών.

Μια άναστρη νύχτα, όπως όλες στην Γη κάτω από το Γη, η μιζέρια βρήκε ξανά λιμάνι στην καρδιά του Έλιστρααλ. Στις όχθες ενός υπόγειου ποταμού ο χαμός βρήκε έναν αγαπημένο σύντροφο, υπενθυμίζοντάς στον ξωτικό ήρωα την σημασία της αποστολής του να λυτρώσει τους καταραμένους λαούς του Υποσκότους από τα φρικτά πλάσματα που το κατοικούν . Ο βάρβαρος πολεμιστής Αίαντας, της Φατρίας του Ταράνδου από την Κοιλάδα των Παγωμένων Ανέμων, έπεσε λαβωμένος στην προσπάθεια να γλιτώσει τους συντρόφους του από τα θανατηφόρα Σκραγκς, τα υδρόφιλα Τρολ του Υποσκότους. Όταν οι πολεμιστές φαινόνταν να κερδίζουν τα κτήνη, μια ξεχασμένη μήτρα μαγείας φεγγοβολούσε γοητευτικά κοντά στην καρδιά της μάχης. Η περιέργεια για κάθε τι μυστήριο και μαγικό οδήγησε ένα από τα Υπόσκυλα, τον Αντάκιορ του Μέγα, στο να κάνει το μοιραίο λάθος και να την αγγίξει..έτσι η μητρα μαγείας γέννησε το Μπαμπάου, έναν φριχτό και αιμοδιψή δαίμονα. Στην θέα του βρωμερού δαιμονικού πλάσματος όλοι τράπηκαν σε φυγή, εκτός από τον Αίαντα. Με αυτοθυσία Αίαντας φρόντισε να πάρει μαζί του στον άλλο κόσμο τα Σκραγκς, και να πέσει χτυπώντας με μένος το μυώδες κορμί του Μπαμπάου. Ο Έλιστρααλ και τα Υπόσκυλα βυθίστηκαν στο πένθος.

Αν δεν σε πνίξει το σκοτάδι της μοναξιάς και της θλίψης, κινδυνεύεις να σε καταπιεί η άβυσσος του Υποσκότους, έτσι η ομάδα μοιραία προχώρησε στο ταξίδι της. Ξανά στον μακρύ δρόμο για την αναζήτηση μιας εξόδου στην επιφάνεια της γης, τα Υπόσκυλα πλησιάζουν όλο και πιο κοντά στην Γκράκλστουχ διασχίζοντας τα στοιχειωμένα και επικίνδυνα νερά της Σκοτεινής Λίμνης. Οι νάνοι οδηγοί τους προδίδουν όταν συναντούν ένα εμπορικό σκάφος της φατριάς τους, όμως το μόνο που καταφέρνουν είναι να βρουν τον θάνατο στα χέρια των Υπόσκυλων. Οι ήρωες επανδρώνουν το ξένο σκάφος και, με μεγάλη προσμονή κινούν για το λιμάνι της Πόλης.

Μία κοιτίδα πολιτισμού στο μοναχικό ταξίδι απόδρασης από την φρίκη φαντάζει με όαση στην έρημο του Υποσκότους, ακόμη και αν εκεί αφέντευουν οι γκρίζοι νάνοι, οι δουλάρχοντες Ντουέργκαρ. Όμως εκεί, για πρώτη φορά, η μοίρα χαμογέλασε στον Έλιστρααλ. Στο αφιλόξενο λιμάνι της Πόλης συναντά ένα οικείο και αγαπημένο σε αυτόν πρόσωπο. Ο αδερφός της μητέρας του Πελανίστρας, ο Ούλρουκ Γκαλανόντελ, είναι ένα από τα δύστυχα κορμιά προς πώληση στο σκλαβοπάζαρο της Πόλης των Λεπιδών. Περίτεχνα και άμεσα, τα Υπόσκυλα εξαγοράζουν την ελευθερία του Ούλρουκ. Έτσι, εκείνη την μέρα ο Έλιστρααλ μαθαίνει από τον θείο του κάτι που ούτε στα πιο ελπιδοφόρα όνειρά του δεν μπορούσε να φανταστεί.

Οι γονείς του, χαμένοι από την ημέρα της σφαγής στο Ναό της Ελίστραη, είχαν βρει με επιτυχία τον δρόμο για την επιφάνεια, και μαζί με αρκετούς φυγάδες πιστούς φτάσανε στο Ξωτικόδασος του Γεωφάναρου.. Με το ανανεωμένο κουράγιο που χαρίζει η ιδέα πως θα σμίξει με τους γονείς του, το Ξωτικόδασος γίνεται για τον Έλιστραλ ο πολυτιμότερος προορισμός.

3. Το Κάλεσμα του Ξίφους των Γκαλανόντελ

Ο Έλιστρααλ παρέα με τα Υπόσκυλα ταξιδεύουν στα νερά της σκοτεινής λίμνης του Υποσκότους, αφήνοντας πίσω τους την αφιλόξενη πόλη των σατανικών Ντουέργκαρ, την Γκράκλστουχ. Προορισμός τους ο μυστικός εμπορικός θύλακας, η κρυφή πόλη της Μάντολ-Ντέριθ, εκεί που οι μπλεγμένες σε αιώνια διαμάχη και πόλεμο φυλές του Υποσκότους συναντώνται μυστικά για να κάνουν εμπόριο μεταξύ τους αλλά και με τις φυλές της επιφάνειας. Από εκεί θα μπορέσουν ίσως να βρουν τον δρόμο για την επιφάνεια του Φαερούν, και από εκεί ο Έλιστρααλ να φτάσει στο Ξωτικόδασος του Γεωφάναρου, με την ελπίδα να σμίξει με τους φυγάδες γονείς του.

Τα μολυσμένα και γεμάτα από ανιστόρητες φρίκες νερά της σκοτεινής λίμνης όμως κρύβουν τρόμο. Ένα κακό από τα βάθη των χρόνων, ένα Άμπολεθ, πλάσμα αρχέγονο και με πανίσχυρες διανοητικές δυνάμεις τους στήνει ενέδρα.
Τα χτυπήματα του Άμπολεθ Μαμπούζ στο σκαρί των Υπόσκυλων, τη Χοντρο-Μπέτσι. παραλίγο να αποβούν μοιραία και έτσι να καταλήξουν στον βυθό ή, ακόμη χειρότερα αιώνιοι σκλάβοι του αρχέγονου πλάσματος. Η συντονισμένη προσπάθεια στο αμπάρι να περιορίσουν την ρωγμή , το θάρρος του Σσσστ που όρμησε βανδαλίζοντας το τεράστιο άγαλμα αφιερωμένο στον Μαμπούζ, και η αποφασιστικότητα του Ζόρντ στο τιμόνι της Χοντρο-Μπέτσυ, τους έσωσαν την ζωή. Η ομάδα γλιτώνει τελευταία στιγμή από βέβαιο θάνατο. Σαν από καταραμένη τύχη, όταν φτάνουν στην Μάντολ-Ντέριθ πέφτει στα χέρια τους ένα καταραμένο πετράδι, το οποίο έχει αποτρελάνει τους κατοίκους της πόλης. Είτε από απροσεξία ή από παιχνίδια της μοίρας...το αποθηκεύουν ξεχνώντας για την ύπαρξή του στο μαγικό τους σακίδιο...παρόλο που το αρκανικό ένστικτο του Έλιστρααλ συμβούλεψε να το ξεφορτωθούν. 

Η ελπίδα αναμειγνύεται με αγωνία την ώρα που ο Έλιστρααλ παίρνει το μονοπάτι από την Μάντολ-Ντέριθ για την επιφάνεια. Οι σύντροφοί του έχουν ήδη αρχίσει να διηγούνται ιστορίες για τα δέντρα, τον ήλιο, τα αστέρια. Η δαιμονική θηλιά του Υποσκότους όμως δεν λέει να αφήσει τον πολεμιστή ήσυχο. Οι διώκτες του, τα σκοτεινά ξωτικά με την Σατανική Ιέρεια της Λόλθ, Αφέντρα Ιλβάρα οδηγό, τους περιμένουν έτοιμα, οι προθέσεις τους θανατηφόρες. Έτσι, η μεγάλη στιγμή φτάνει, η καταδίωξη που ξεκίνησε από την απόδραση των μπουντρουμιών του Βέλκυνβελβ καρποφορεί. Η Αφέντρα Ιλβάρα μαζί με την ομάδα επιλέκτων πολεμιστών ντράου παραμονεύει και εγκλωβίζει τα Υπόσκυλα, τα οποία μην μπορώντας να την αποφύγουν ετοιμάζονται για μάχη. Μια μάχη με τις πιθανότητες εναντίων τους, καθώς τα ξωτικά του Υποσκότους έχουν το πλεονέκτημα μιας καλοστημένης ενέδρας. Ο Έλιστρααλ προσεύχεται στην Ελίστραη και είναι έτοιμος να πεθάνει προσπαθώντας να φτάσει στην επιφάνεια του Φαερούν που τόσο λαχταρά. Η Ιλβάρα ψυχρά και άκαρδα, όπως έχει μάθει από ανατροφής της, σκοτώνει την ελπίδα του,  ανακοινώνει τον θάνατο της θεάς του Ελίστραη..νέα που δεν είχαν νωρίτερα βρει τρόπο να φτάσουν στον Έλιστρααλ. 

Για μια στιγμή όλα μοιάζουν μάταια, μια φάρσα βγαλμένη από τους χειρότερους εφιάλτες της δαιμονικής Λολθ. Οι κραυγές απόγνωσης του Έλιστρααλ καλύπτονται από τις ευλογημένες προσευχές του ηρωικού γκρίζου ορκ κληρικού Ζορντ! Καλώντας τις δυνάμεις του θεού των ναυτικών, Βάλκουρ, ισοπεδώνει με πάγο το έδαφος και η ενέδρα καταλήγει σε φιάσκο! Όσο τα ντράου προσπαθούν να ισορροπήσουν στον πάγο, όταν το ένα μετά το άλλο πέφτουν νεκρά στα χέρια του Έλιστρααλ που μοιάζει να ξυπνά από λήθαργο και των μανιασμένων Υπόσκυλων!

Η Ιλβάρα σε μια απελπισμένη προσπάθεια να επιβιώσει ζητά την βοήθεια της Λόλθ, και η απάντηση δυστυχώς για αυτήν έρχεται. Ένα Γιοχλόλ, ανώτερος δαίμονας αξιωματούχος της Λολθ εμφανίζεται...και παραδίδει στην Ιλβάρα την ύψιστη τιμωρία, την μεταμορφώνει σε ανθρωπόμορφη αράχνη, σε Ντράιντερ. Τα υπόσκυλα την περικυκλώνουν, ο Έλιστρααλ ετοιμάζεται να πάρει την εκδίκηση του όμως ο Μόρφιον Λάον αποτρέπει τον ήρωα από το να μολύνει την αγνή ψυχή του με το μάταιο αυτό αίσθημα και αποτελειώνει την παραμορφωμένη ιέρεια. 

Λίγες στιγμές αργότερα, με τα όπλα ακόμα να τρέμουν στα χέρια, ο Έλιστρααλ κα οι σύντροφοι φτάνουν με κομμένη την ανάσα για πρώτη φορά στην πολυπόθητη επιφάνεια του Φαερούν...Από τα βαλτοτόπια των Ατελείωτων Βάλτων τον Έλιστρααλ καλεί μια φωνή στην συνείδησή του που θα πιστέψει ότι πρόκειται για την ανάμνηση της Ελίστραη, της αγαπημένης του θεάς. Μαγευτικά, ενα σμήνος από φωσφορίζουσες πεταλούδες εμφανίζεται και δείχνει τον δρόμο έξω από τους βάλτους...

 

4. Το Ξίφος στα στήθη του Δαίμονα

Για αιώνες, όποτε τα ξωτικά του Υποσκότους αναζήτησαν ξανά τα άστρα και τα θαύματα του κόσμου της επιφάνειας κυνηγήθηκαν με μένος. Οι ακόλουθοι της Λολθ θα έκαναν τα πάντα για να σκοτώσουν κάθε ίχνος προδοσίας προς την ιερή τους βασίλισσά των αραχνών, έτσι οι αιρετικοί αποστάτες αποτελούσαν ιδανική θυσία. Όμως, ακόμη κι αν μία ομάδα κατάφερνε να επιβίωσει την άγρια φύση του Υποσκότους και να βρει τον δρόμο στην επιφάνεια, οι λαοί του πάνω κόσμου συνηθισμένοι στην δολοφονική μανία των ξένων φυλών που ζούνε στο κουφάρι της γης θα πρόσφεραν σε αυτούς γρήγορο θάνατο, χωρίς ερωτήσεις.

Αυτά τα γνωρίζει η Ελίστραη, η σπλαχνική θέα των σκοτεινών ξωτικών. Ελπιδοφόρα οδηγός στα δύσκολα τους ταξίδια, χάρισε σε λίγες οικογένειες ένα δώρο σπάνιο, τα Ξίφη του Φεγγαριού. Ιερά σύμβολα της απόλυτης θυσίας, τα Ξίφη κουβαλούν τις ψυχές των κατόχων μετά τον θάνατό τους, υπηρετώντας έτσι για πάντα τον ευγενή σκοπό της θεάς τους. Ένα τέτοιο δώρο μίλησε στον Έλιστρααλ όταν είδε για πρώτη φορά το εκτυφλωτικό για αυτόν φως του Λαθάντερ να λούζει τα βαλτοτόπια του Έλους των Τρολ στην κοιλάδα του Ντέζαριν.

Τα Υπόσκυλα είχαν ξεπεράσει κάθε προσδοκία,όχι μόνο γλιτώνοντας από τα νύχια της ορκισμένης για εκδίκηση Ιέρειας Ιλβάρα, αλλά δίνοντας τέλος σε αυτήν και τους υπηρέτες της. Ο Έλιστρααλ Γκαλανόντελ, πιστεύοντας πως έχει ξεφύγει οριστικά από τους διώκτες του αναζητά το μακρινό και άγνωστο σε αυτόν δάσος που κατέφυγαν οι γονείς του, οι φωνή του Ξίφους τον καλωσορίζει στον κόσμο της επιφάνειας και του δείχνει τον δρόμο σε αυτόν με τρόπο όμορφο. Ένα σμήνος από λευκές πεταλούδες καθοδηγούν τα Υπόσκυλα στα επικίνδυνα βαλτοτόπια ώσπου φτάνουν στο κοντινό δάσος. Ένα αρχαίο δέντρο τους αγκαλιάζει και σε δευτερόλεπτα χάρη στην μαγεία τού βρίσκονται εκατοντάδες μίλια μακρυά, σε ένα άλλο δάσος, το δάσος του Άρντιπ.

Στα ερείπια ενός ναού οι λευκές πεταλούδες πετούν για τελευταία φορά ώσπου χάνονται στα ψηλά κλαδιά των δέντρων που σκεπάζουν το κτίσμα. Λιγα βήματα και ο Έλιστραλ αντικρίζει ένα βασανισμένο πνεύμα που παλεύει με όλη του την θέληση να κατευνάσει την παρανοϊκή του δολοφονική δίψα. Έστω για λίγο το πνεύμα τα καταφέρνει, έτσι ο Έλιστραλ αντικρίζει με φρίκη...το πνεύμα της άγρια δολοφονημένης μητέρας του. Βρήκε τον θάνατο στο υπόγειο του ερειπωμένο και πλέον βεβηλωμένου ναού της Ελίστραη, εκεί που άφησε το θηκάρι του Ξίφους που κάρφωσε γενναία ο πατέρας του πριν ξεψυχήσει στον Δαίμονα, το Ξίφος των Γκαλανόντελ. Η μανία των σατανικών ξωτικών του Υποσκότους ξετρύπωσε τους φυγάδες ακόλουθους της Ελίστραη και έφερε μαζί με τον θάνατο και τον Δαιμονικό Πρίγκηπα του Γκαναουνταούρ, Ντάεμογκοθ. Το αγγελικό ξίφος της Ελίστραη βρίσκεται καρφωμένο στο στήθος του δαίμονα χάρη στην τελευταία ηρωική πράξη του πατέρα του Έλιστραλ, και τον έχει μαρμαρώσει. Μόνο το σπαθί τον σταματά για λίγο ακόμα από το να φέρει την καταστροφή στο δάσος. Όταν ο Έλιστραλ πλησιάσει με το θηκάρι και καλέσει το Ξίφος, ο Ντάεμογκοθ θα ζωντανέψει, και θα πρέπει να εξοντωθεί. Μεταφέροντας αυτά τα νέα, η μητέρα του Έλιστραλ βρίσκει επιτέλους ανάπαυση.

Στα υπόγεια του βεβηλωμένου ναού, ο Γκαλανόντελ, προπάτορας του Οίκου των Γκαλανόντελς, ξυπνάει από το θηκάρι και δοκιμάζει τις δυνάμεις των Υπόσκυλων, νικώντας. Το φτερωτό πεφωτισμένο πλάσμα, υπηρέτης της Θεότητας Ελίστραη, ξαφνιάζει τους ήρωες όταν, παρά το άσχημο τέλος της δοκιμασίας, ανακοινώνει ότι μαζί με την βοήθεια περισσότερων συντρόφων έχουν πραγματικά μία πιθανότητα να τα βάλουν με τον δαίμονα.

Το επόμενο πρωί, μαζεύοντας όλο το κουράγιο τους, φτάνουν στο μέρος που οι ακόλουθοι της θεάς Ελίστραη χρησιμοποιούσαν ως τόπο λατρείας. Το ιερό, βεβηλωμένο από την αίρεση της σατανικής θεότητας των drow Γκαναουντάουρ, έχει μετατραπεί σε βωμό θυσίας στον αλλόκοσμο ξωτικό θεό. Ο γιγαντιαίος Ντάεμογκοθ μαρμαρωμένος στο κέντρο. Χωρίς να χάσουν χρόνο, ορμούν σε μια μεγάλη ομάδα από προδότες ξωτικά του δάσους διακόπτοντας την τελετή ανθρωποθυσίας που βρήκαν σε εξέλιξη. Όπως τους προειδοποίησε την προηγούμενη μέρα η μητέρα του ‘Ελιστρααλ, μια οικογένεια από προδότες των ξωτικών του δάσους, πρόδωσε διπλά τους συμμάχους τους Ντράου του Οίκου Μπάενρε των ξωτικών του Υποσκότους. Με μια αριστοτεχνικά εκτελεσμένη στρατηγική κίνηση κατάφερε να εξοντώσει και τους ακολούθους της Λόλθ του Οίκου Μπάενρε μα και αυτούς της Ελίστραη, ανοίγοντας τον δρόμο για την ολοκληρωτική επικράτηση του Θεού Γκαναουντάουρ στο δάσος του Άρντιπ.

Στη μάχη με τα δαιμονικά ξωτικά, τα Υπόσκυλα δεν καταφέρνουν να σταματήσουν τις θυσίες. Το σοκ και η αδρεναλίνη της μάχης δεν έχει προλάβει να κοπάσει, τα χέρια και τα πνεύματά τους εξαντλημένα από την κουραστική δοκιμασία. Τα πτώματα των νεκρών μετουσιώνονται από την τελετή θυσίας σε στελέχη του πνεύματος και του σώματος του δαιμονικού πρίγκηπα,, ενδυναμώνοντας τον κτηνώδη Ντάεμογκοθ. Ο δαίμονας πλέον παίρνει την τελική του μορφή, το πελώριο σώμα του ζωντανεύει τινάζοντας γύρω στάχτες και τοξικά αναθυμιάσματα.

Τότε, ο Έλιστρααλ καλεί το Σπαθί των Γκαλανόντελς που με αυτοθυσία είχε καρφώσει ο πατέρας του στα σωθικά του δαιμονικού πρίγκιπα. Αμέσως, συνοδευόμενο από μια εκτυφλωτική λάμψη, το σπαθί εμφανίζεται στα χέρια του, όταν... γελώντας σατανικά, ο δαίμονας απελευθερώνεται από την δεσμευτική μαγεία του ξίφους. Το κτήνος αλλάζει αμέσως κατεύθυνση, ξεκινώντας την καταστροφική του πορεία προς τα παρηκμασμένα απομεινάρια του ξωτικοβασιλείου του Άρντιπ…

Μόλις προλάβαν τα Υπόσκυλα να στείλουνε ένα μαγικό μήνυμα συναγερμού, προειδοποιώντας τα ξωτικά για αυτό που πλησιάζει… κάθε λεπτό είναι πολύτιμο όσο η αναμέτρηση με την δαιμονική ορδή υπό την καθοδήγηση του Πρίγκηπα Ντάεμογκοθ πλησιάζει. 

5. Πίσω στα Σκοτεινά Βάθη

Η ώρα της μεγάλης μάχης για το μέλλον του Δάσους του Ξωτικοφάναρου έφτασε. Η ορδή από λασπώματα επικεφαλή με τον Δαιμονικό Πρίγκηπα Ντάεμογκοθ ξέσπασε πάνω στις άμυνες του κρυφού βασιλείου των ξωτικών. Η ξωτική αίρεση του δαίμονα είχε προδώσει την μυστική θέση της ξωτικόπολης. Όμως τα Υπόσκυλα με τον Έλιστρααλ και την αρχιδρυίσα των ξωτικών ήταν στην πρώτη γραμμή άμυνας, και με την τύχη στο μέρος τους. 

Κανένας δαίμονας δεν πεθαίνει πραγματικά όταν τον εξοντώνεις έξω από την Άβυσσο. Αφήνει πίσω μια υγρή λιπαρή ουσία και το σώμα του επιστρέφει στην διάσταση που τον γέννησε, εξόριστος παρόλα αυτά για εκατό χρόνια από αυτόν που τον ξεπάστρεψε. Οι δαίμονες δεν ξεχνούν ποτέ αυτούς που τους στέλνουν πίσω στην Άβυσσο, είναι άλλωστε οι μόνοι που μπορούν να ανατρέψουν την εξορία τους. Το τελικό χτύπημα στον Πρίγκηπα Ντάεμογκοθ ήρθε από την βαλλίστρα του Μόρφιον Λάον, και ο δαίμονας πολύ αργότερα θα έπαιρνε την εκδίκηση του.

Με τον Δαιμονικό ηγέτη τους να πέφτει, τα λασπώματα εξοντώθηκαν από τα ξωτικά του Άρντιπ. Τα Υπόσκυλα τα υποδέχθηκαν σαν ήρωες στα νέο βασίλειο που έχτιζε ο βασιλιάς της δασούπολης. Εκεί τους βρήκε το κάλεσμα του νάνου Βασιλιά της Γκόντλκγριμ, Μπρούενορ Μπάτλχαμερ (Bruenor Battlehammer). Τα νέα από τις περιπέτειες των Υπόσκυλων στο Υποσκότος είχαν ταξιδέψει στην αυλή του Βασιλιά Μπρούενορ και, ανήσυχος από την εμφάνιση δαιμονικών δυνάμεων στα περίχωρα του βασιλείου του, ήθελε να μάθει από πρώτο χέρι τα γεγονότα της δαιμονικής εισβολής. 

Η συνάντηση με τον βασιλιά Μπρούενορ έγινε, και η απόφαση ήταν τα Υπόσκυλα να αναζητήσουν το αρχαίο μαντείο των Πέτρινων Γιγάντων που είναι βαθιά κρυμμένο στο χάος του Υποσκότους. Εκεί με βεβαιότητα θα μάθαιναν τα αίτια της δαιμονικής εισβολής αλλά και τον τρόπο να την σταματήσουν. Για να τα καταφέρουν στην αποστολή τους αυτή μαζεύτηκε μια πρωτοφανής συμμαχία δυνάμεων. Χορευτές της Σκιάς της Ελίστραη(Shadow Dancers) θα συντρόφευαν των Έλιστρααλ, ενώ κάθε λογής πολεμιστές, κληρικοί και μάγοι έφτασαν στο παλάτι των νάνων από κάθε γωνιά της Ακτής των Σπαθιών να πάρουν μέρος στην εκστρατεία των Υπόσκυλων στο Υποσκότος. 

Έτσι η εκστρατεία ξεκίνησε, και τα Υπόσκυλα ήταν κοντά να φτάσουν στο Γκρέηβενχόλοου, το πανάρχαιο μαντείο-βιβλιοθήκη των πέτρινων γιγάντων.

 Ακολουθεί απόσπασμα από το προσωπικό ημερολόγιο του Έλιστρααλ:

Το ηθικό είναι εύθραυστο και ακόμα και τώρα η ετερογένεια των ατόμων είναι πηγή κινδύνου, άκουσα τους ανθρώπους από τη Συμμαχία των Λόρδων (Lord's Alliance) να συνομιλούν για το πως θα λύσουν 'το πρόβλημα ' των Drow, οριστικά.

Ίσως έκανα λάθος να τους φωνάξω, ίσως οι φυλές της επιφάνειας είναι εξίσου στενόμυαλες όσο και του Υποσκοτους, νιώθω ότι το όνειρο της Κυρας μου για ειρηνική συνύπαρξη των Drow με τις υπόλοιπες φυλές είναι αδύνατο. Αλλά δεν μπορώ να τα παρατήσω ακόμα , μη θέλοντας να δώσω αφορμή, απευθύνθηκα στον Φσστ να τους πειθαρχήσει, με την προειδοποίηση ότι αν έστω και ενα ξωτικο πάθει κάτι, θα ξέλυνα την διαμάχη ξωτικιών και Lord's Alliance δια της καταργήσεως, η Eilistraee διδάσκει συνύπαρξη αλλά είναι και πάντα Θεά του ξίφους.

Αν και η ατμόσφαιρα δεν άλλαξε ιδιαίτερα, δεν εχω δει υποπτες κινησεις εκτοτε , ο Φσστ φαινεται να τους πειθαρχησε αποτελεσματικά.

Οι επόμενες πορείες ήταν δύσκολες, προμήθειες λιγοστεύουν και πολλά σημεία είναι δύσβατα για την αργοκίνητη και ογκώδη πολεμική στηλη. Κατι φαινεται να μας ακολουθει είπαν τα Ορκς και ο Αντακιορ μου ειπε οτι η Βιλζουκ(μητέρα του Ζορντ) παραλιγο να θυσιασει ενα αιχμαλωτισμενο γκομπλιν για τελετουργία ενόρασης. Το ποιος μας ακολουθει ειναι ενα μυστηριο,αλλα πλεον γνωριζουμε πως ο Θεος των γκομπλιν (Maglubyet) θελει τον θανατο του ψευδου προφήτη Γκαζμπακ, κατι που θα πρέπει μάλλον να επιμεληθούμε επιστρεφοντας απο την βιβλιοθηκη. 

Η εισοδος στην βιβλιοθηκη ηταν ασυνηθιστη, ενας ομιλουν βασιλίσκος μας οδηγησε στην προσωρινη μαγική εισοδο του Gravenhollow. Το εσωτερικο ειναι σχεδον σαν το παλατι καποιου Θεου της Γης, πανεμορφο, κολοσσιαίο και λαξευμενο με αριστοτεχνεια και ευμορφες λεπτομερειες, δεν εχω ξαναδει κατι παρομοιο στην ζωη μου.

Οταν χωριστηκαμε για να ξαποστασουμε, το Gravenhollow φαινεται να δημιουργει χωρους βγαλμενους απο τις επιθυμιες μας, καθως βρηκα κατι που μονο μπορω να περιγραψω ως το ιδανικο ξεφωτο λατρειας για τους ακόλουθους της Eilistraee. Κατω απο το φως των φωτοβολων λιθων και με το κελαρυσμα του νερου η Ρυστια(ξωτικό, μέλος των Χάρπερς, σύμμαχος της ομάδας) με πλησιασε και αρχισε να μου απαγγελει αυτη την λογοτεχνια που λενε "ποίηση" στην επιφάνεια. Ειχα καταφέρει μονο να σκεφτω μονο 2 και οι απαντησεις και αντιδρασεις της Ρυστια ηταν οσο κρυπτικες και μυστήριες όσο η θάλασσα το βράδυ....οι γυναικες που μου γνωρισε ο Zord ηταν τελειως διαφορετικες , αυτο που κανουν στην επιφάνεια με τα αρσενικά να διεκδικούν τα θηλυκά ακόμα δεν το εχω συνηθίσει, ακόμα δεν ξέρω πως πρέπει να κάνω κάτι τόσο ανάποδο. 

Οπως και να χει, ηταν ενα απο τα πιο ξεκουραστα "βράδια" μας, εγω και οι shadow dancers αφιερωσαμε εναν χωρο λατρειας στην Eilistraee λουσμενοι με faerie fire. Φανταζομαι πως και οι συντροφοι μου βρηκαν τους δικους τους παραδεισους, καθως το ξυπνημα μας επιφυλλασε οραματα απιστευτου σκοτους και δεους.

Κρατώντας τον κρύσταλλο του Πετρομιλητή(δώρο των πέτρινων γιγάντων της Γκρακλστουχ) ο Αντάκιορ προσφώνησε ερωτήσεις για το Παρελθόν, το Παρόν και το Μέλλον μας. Υπήρχαν τρεις κάμαρες, η κάθε μία αφιερωμένη αντίστοιχα στο παρελθόν το παρόν και το μέλλον.,ε απόηχους από όλο το μήκος του χρόνου να παίρνουν μορφή, σαν να βρίσκονταν μπροστά σου με σάρκα και οστά.

Το Παρελθόν:  ρωτήσαμε πως ήρθαν οι δαίμονες στο Underdark, ξεκινώντας έτσι αυτόν τον κυκλώνα παράνοιας που βρισκόμαστε τώρα. η αίθουσα έλιωσε σαν κερί και ξαφνικά βλέπαμε έναν πανίσχυρο μάγο του Οίκου Baenree της Menzoberanzan να προσπαθεί να επιχειρήσει μια τελετουργία καλέσματος προς την άβυσσο χρησιμοποιώντας το ίδιο το faerzress για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του ξορκιού και να το ενισχύσει, εν μέρη πέτυχε καθώς η ατελείωτη ενέργεια του faerzress ;anoije ένα διακοσμικό ρήγμα της Αβύσου διάπλατα σαν πληγή από το οποίο χύθηκαν ατελείωτες ορδές από εφιαλτικούς δαίμονες, δηλητηριάζοντας το faersress με την ανίερη παρουσία τους και στο τέλος μια γνώριμη φωνή να γελάει αυτάρεσκα. Lolth.

To Παρόν: Θέλοντας να εντοπίσουμε το ρήγμα ρωτήσαμε που βρίσκεται και ποιά είναι η εμπλοκή των Drow. Το ρήγμα που είδαμε στο πρώτο όραμα δεν υπάρχει πια, αλλά η Menzoberanzan αυτή την στιγμή φαίνεται να βρίσκεται εν μέσω κάποιου δαιμονικού πολέμου πνιγμένη στο χάος. Μετά ρωτήσαμε ποιοι Αρχιδαίμονες έχουν έρθει στο Underdark και η κατάσταση ήταν  χειρότερη από όσο νομίζαμε, στην Blingdenstone o Juiblex φαίνεται να έχει αρχίσει να διαβρώνει τα μυαλά των Svirfneblim, παράλληλα το τοπίο του Neverlight Grove και οι κάτοικοί του υποκύπτουν στην Zuggtmoy, σε ένα από τα πολλά δαιδαλώδη μονοπάτια των λαβυρίνθων, ο Baphomet παραμονεύει για θύματα καθώς βρίσκει ένα αρχέγονο όπλο τυλιγμένο από μάγμα, στα ανοιχτά σπήλαια και τα δάση των μανιταριών οι αχόρταγες ορδές Yeenoghu κατασπαράζουν ότι δεν καταφέρει να τους ξεφύγει. To μαύρο πετράδι της Mantol Derith φαίνεται οτι ήταν η φυλακή κάποιου Αρχιδαίμονα, η αποτυχία μας να το ρίξουμε εκεί που δεν θα το βρει κανείς θα έρθει να μας στοιχειώσει τώρα που καλέστηκε στα χέρια κάοιου που το επιθυμεί, ανεξάρτητα από το ποιος Αρχιδαίμονας είναι εγκλωβισμένος μέσα του. Τα οράματα συνεχίζανε όμως, καθώς οι δαίμονες φαίνεται να επιτείθενται και στα πιο επικίνδυνα πλάσματα του Υποσκότους,  στα σκοτεινά βάθη ενός Illithid colony o Orcus προσθέτει τα εφιαλτικά Illithids στον απέθαντο στρατό του κυριεύοντας τον Cyrog το "αναζωογονημένο" απέθαντο πλέον Elder Brain,   στην Slupblupdop μία αιματηρή φρενίτιδα σαρώνει τους Kuo Toa καθώς τα Ixitxachitl γεμίζουν την λίμνη αίμα για να δοξάσουν τον Demogorgon καθώς αναδύεται από την Dark Lake σαν μία ανίερη γέννηση. Αν και δεν την είδαμε στο όραμα, οι σκηνές τις Menzoberanzan με κανουν να πιστεύω ότι στα βάθη της παραμονεύει πλέον η Lolth, ίσως να ήταν αυτή που παρότρυνε τον μαγο των Baenree να επιχειρήσει αυτό το summoning ritual σε μια πλεκτάνη για την απελευθέρωσή της, αλλα για τώρα αυτά είναι θεωρίες.

Το Μέλλον: To μέλλον μας έδωσε πιο σύντομα οράματα όταν ζητήσαμε την "Στιγμή κλειδί" στην νίκη μας ενάντια στους δαίμονες. Πρώτα στο Υποσκότος, μετά σε έναν πύργο και στο τέλος στον Vizeran DeVir, αυτόν τον τρομαχτικό αρχαίο μάγο από τον εξοντωμένο Οίκο που μας βρήκε πριν λίγες ώρες συνοδευόμενος από το αποκρουστικό του θηρίο.

Έχουμε δει πολλά και οι πιθανότητες φαίνονται να είναι εναντίον μας, δεν υπάρχει απόδραση από αυτό που έρχεται, αν πέσει το Υποσκότος ο υπόλοιπος Κόσμος θα ακολουθήσει σύντομα και μετά οι υπόλοιποι κόσμοι του Πολυσύμπαντος. ξέρουμε τους στόχους μας, αν ο Vizeran DeVir είναι το κλειδί στην εξορία τους στην Άβυσσο, τότε όντως μόνο ένα μονοπάτι υπάρχει για το μέλλον μας.. “

Κι έτσι κι έγινε. 

Η εκστρατευτική ομάδα των Υπόσκυλων θα συναντούσε τον Βίζεραν Ντεβίρ, τον εξόριστο αρχιμάγο drow στον μυστικό του Πύργο. Φεύγοντας από το Γκρέηβενχολοου η ομάδα έφτασε στην πρώτη της μεγάλη δοκιμασία. Μια τρομερή στρατιά από καλικάντζαρους με επικεφαλή το Γκρίζο Ορκ Αρχιμάγο ονόματι Γκάζμπακ έφραξε τον δρόμο της πολύχρωμης αρμάδας των Υπόσκυλων. Χάρη στον γενναίο Φσστ, ο Αρχιμάγος στρατηγός αφοπλίστηκε και ο στρατός του τράπηκε σε φυγή...και στην αιχμαλωσία του αποδείχθηκε πως είχε πέσει θύμα εξαπάτησης. 

Οι μάγοι της Πόλης των Αραχνών είναι ισχυροί, αλλά ακόμη πιο ισχυρές και πανούργες είναι οι ιέρειες της σατανικής δαιμονικής θεάς Λολθ. Και στην πλάνη του  Γκρίζου Ορκ Αρχιμάγου Γκάζμπακ είχε πρωτοστατήσει η ίδια η Λολθ. Ο Γκάζμπακ πίστευε πως λειτουργούσε στο όνομα του θεού του και ότι θα ένωνε όλες τις φυλές των καλικαντζάρων του Υποσκότους οδηγώντας τους μακριά από την υποδούλωση και την κακία της πανουργίας του Θεού των Καλικαντζάρων Μαγκλιουμπλιέτ. Στην πραγματικότητα έγινε ένα πιόνι της Λολθ, με μοναδικό στόχο την αναχαίτιση της πολύχρωμης αρμάδας των Υπόσκυλων.


Ο δρόμος για τον πύργο του Αρχιμάγου Βίζεραν Ντεβίρ περνάει κοντά από την Μπλίγντενστοουν των Γνωμικών των Βαθέων. Η πόλη του Υποσκότους, πατρίδα του Αντάκιορ Ολόζορ των Υπόσκυλων, είναι και το μέρος όπου παλιοί σύντροφοι πρόσφυγες του Έλιστρααλ είχαν αναζητήσει καταφύγιο από τους ιστούς της Λολθ…

 

6. Η Προετοιμασία της Τελικής Αναμέτρησης

 

Στον δρόμο για την πόλη των Γνωμικών των Βαθέων ο οίκος Μίζρυμ είχε ετοιμάσει μια φοβερή ενέδρα. Στην κεφαλή της στρατιάς του Οίκου Μίζρυμ βρίσκονταν αρχιέρειες της Λολθ, ο αφέντης των επίλεκτων πολεμιστών και ακόμη ένας αραχνομάγιστρος. Η πιο επίλεκτη στρατιά του Οίκου Μίζρυμ απέναντι στον Έλιστρααλ και τους συντρόφους του. Αυτό ήταν και η τελευταία ευκαιρία του Οίκου να ξεπλύνει την ατίμωση που έφερε στα μάτια της Λολθ η αποτυχία της Αφέντρας Ιλβάρα..και όμως απότυχαν. Τα Υπόσκυλα μαζί με την πολύχρωμη στρατιά τους αλλά και τις ανέλπιστες ενισχύσεις των Ανιχνευτών της Μπλίγκντενστοουν βύθισαν για τα καλά σε μια τρομαχτική καταδίκη τον Οίκο Μίζρυμ.

Στην Μπλίγκντενστοουν το πεπρωμένο φανερώθηκε ακόμη μια φορά στον τελευταίο των Γκαλανόντελ. Σε ένα από τα ξεχασμένα σπήλαια της πόλης των γνωμικών, οι κάποτε σύντροφοι του Έλιστρααλ που είχαν αναζητήσει καταφύγιο στην Μπλίγκντεστοουν είχαν πετρωθεί από μια Μέδουσα, παγιδευμένοι εντέλει από τα προδοτικά αδέλφια Ολόζορ και από τους Διώκτες τους από την Μενζομπεράνζααν. 

 

Όταν όμως ο Έλιστρααλ οδηγήθηκε εκεί να τους ελευθερώσει από την τρομερή κατάρα …ο Δράκοντας της Διάστασης των Σκιών, ο “Βαλαεθαρφελατάρ”, με τον Σερ Βάλορας στην πλάτη να κραδαίνει το σατανικό Μαύρο Ξυράφι ορμούν στα Υπόσκυλα. Η μάχη έχει στόχο την δολοφονία του Φσστ, που αποκαλύπτεται ότι είναι η ανθρώπινη μορφή του θεωρητικά χαμένου σκύπτρου του Πρίγκηπα των Δαιμόνων Φραζ’Ουρ’Μπλου. Τα Υπόσκυλα μαζί με τον Έλιστρααλ αρνούνται να αφήσουν τον αδελφό στην μάχη Φσστ να χαθεί άδοξα και παλεύουν απέναντι στον Σερ Βάλορας,τον Βαλαεθαρφελατάρ μα και τον Φραζ’Ουρ’Μπλου τον ίδιο! Με τον θάνατο να απειλεί με βεβαιότητα όλη την ομάδα ο Έλιστρααλ καταφέρνει να αποσπάσει το Μαύρο Ξυράφι από τον Σερ Βάλορας και την ίδια στιγμή, ανέλπιστα, να κερδίσει την πιστή υποταγή του Βαλαεθαρφελατάρ! Ο Δράκος τον Αποκαλεί Βασιλιά της Προφητείας των Μαύρων Ξωτικών του Υποσκότους, και με τον Βαλαεθαρφελατάρ και το Μαύρο Ξυράφι στο χέρι τού ο Έλιστρααλ καταφέρνει μαζί με τους συντρόφους να πάρει μια σπουδαία νίκη. 

 

Στις επόμενες κρίσιμες εβδομάδες που ακολουθούν τα Υπόσκυλα συναντούν τον εξόριστο Βίζεραν Ντεβίρ και μαζεύουν από κάθε άκρη του Υποσκότους τα πολύτιμα αντικείμενα που θα χρειαστεί ο αρχιμάγος για να καλέσει όλους τους Πρίγκηπες των Δαιμόνων στην Μενζομπεράανζαν. Εκεί θα δοθεί η τελική αναμέτρηση. 

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το ημερολόγιο του Έλιστρααλ. Τα Υπόσκυλα βρίσκονται στο λημέρι του Οφθαλμοτύραννου Καραζικάρ:


“Μετά από την ριψοκίνδυνη κλοπή των ασήκωτων  αυγών, βρεθήκαμε σε μια οικεία κατάσταση περικυκλωμένοι από μια ομάδα Drow με τα όπλα τους να μας σημαδεύουν. Αυτή η ένταση έσπασε σύντομα καθώς το τρέμολο της γης μας προειδοποίησε ότι ένα από τα σκουλήκια πλησίαζε, όλοι περιμένουμε στην σιωπή, προσπαθώντας να μην δώσουμε σημεία ζωής που θα γινόντουσαν αντιληπτά για πολλά μέτρα καθώς το δωμάτιο ενίσχυε και τους μικρότερους ήχους, μέχρι που το κτήνος ξεπροβάλει και αρχίζουμε άμεσες ενέργειες για να το εξουδετερώσουμε. Δεν έχουμε προλάβει να κουμαντάρουμε το σκουλήκι και ένας σιχαμένος φομοριανός που φαίνεται να έχει δεθεί με τα σκουλήκια έρχεται να μας τιμωρήσει για την βία ενάντια στα ζωντανά του, βέβαια και τα 2 γιγάντια πλάσματα εξορίζονται σε διαπλανικό ταξίδι με ένα ξόρκι του Zord, το οποίο μας δίνει τον χρόνο που χρειαζόμαστε για να ξεφύγουμε. 

 

Λίγο αφού έχουμε βγει από τις σκουληκότρυπες τα Drow δείχνουν το οικείο τους πρόσωπο, στην αρχή κρατάνε τα προσχήματα της πολιτισμένης συνδιαλλαγής, αλλά σιγά σιγά μας περικυκλώνουν. Δεν φοβάμαι ιδιαίτερα οπότε κρατάω τα μάτια μου ανοιχτά καθώς ο Andaquiohr προσπαθεί να διαπραυματευτεί, μέχρι που ο Morfion αρχίζει να χάνει την ψυχραιμία του καθώς τα Drow φαίνεται να είχε άλλες προσδοκίες για την αντιμετώπιση που θα είχαμε. Η μάχη  ξεκινάει όταν η υπομονή του φτάνει στο τέλος της και  σημαδεύει την μητέρα της Hanne με το όπλο του. Η Hanne με απογοητεύει πικρά καθώς είχα διατηρήσει μια ελπίδα ότι κάθε Drow μπορεί δυνητικά να μάθει τον δρόμο της Eilistraee αν υπάρχει η ευκαιρία, στην παρουσία της αυταρχικής μητέρας της, και οι 2 επιλέγουν να βρουν το τέλος τους στα χέρια μας νομίζοντας ότι το αριθμητικό τους πλεονέκτημα θα αναπληρώσει το την διαφορά ισχύος των ικανοτήτων μας. Τα Drow καλύπτουν το σπήλαιο με σφαίρες σκοταδιού, σφραγίζοντας την μοίρα τους καθώς απλά σιγουρεύουν ότι ο Galanodel θα φτάσει την σάρκα τους πιο εύκολα. Με κάθε κόψιμο ο Galanodel έρχεται σε έκσταση και εγώ χάνομαι στο γλυκόπικρο χoρό της μάχης, ξέροντας ότι κάθε Drow που κόβω απλά θα περάσει άλλη μια ζωή μακριά από το φως, παγιδευμένο για άλλη μια σύντομη ζωή στον ιστό της Lolth. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια ίσως να βελτιώσω τις πιθανότητές μας να μάθουμε τι γίνεται στην Menzoberanzan και ίσως να μειώσω την αχρείαστη απώλεια ζωής αφήνω την μητέρα της Hanne αναίσθητη και ενημερώνω τον Andaquiohr ότι σκοπεύω να κάνω το ίδιο στην κόρη της προκειμένου να τις ανακρίνουμε. Αρχικά φαίνεται να συμφωνεί με το σχέδιό μου μέχρι που η ξαφνική αποκάλυψη από την Hanne ότι ήξερε ποιοι είμασταν όλο αυτό το διάστημα τον γεμίζει με μια δολοφονική οργή και την απανθρακώνει με ένα ξόρκι χωρίς καν αν υπολογίσει τον Schjjt που βρίσκεται δίπλα της και την κρατάει κινητοποιημένη με την απειλή του ξίφους του. Το ευκλινητο ξωτικό αποφεύγει το ξόρκι εντελώς....αλλά φοβάμαι ότι ο Andaquiohr γίνεται σταδιακά ακόμα πιο απρόβλεπτος από πριν και ταυτόχρονα διαχητικός και απάνθρωπος...ίσως είναι η φαντασία μου αλλά μήπως το σκήπτρο είναι ένα δόλωμα από τους δαίμονες ? ο χρόνος θα δείξει. 

 

Δυστυχώς η οποιαδήποτε απόπειρά μου να αποσπάσω πληροφορίες από την αρχηγό των Hallen ήταν καταδικασμένη, η γυναίκα ήταν ήδη έτοιμη να τα εγκαταλείψει όλα και προσπάθησε να μας βλάψει με ενα αξιολύπητο τέχνασμα που την σκότωσε στην πορεια. Χωρις την Hanne για ανάκριση, το μόνο που μένει είναι να συνεχίσουμε στον δρόμο μας για το τελευταίο δύσκολο υλικό που ζήτησε ο Vizeran DeVir, το μάτι ενός Beholder. 

 

Φτάνοντας στην περιοχή του τερατουργήματος η παρουσία του γίνεται άμεσα αντιληπτή, ένας αλλόκοτος άνθρωπος με μάτια αποτυπωμένα στο φαλακρό κεφάλι του μας υποδέχθηκε μέσω κάποιου είδους τηλεσκοπικής ψευδαίσθησης, φαίνεται να είναι ο υπηρέτης (και αυτοδιοριζόμενος) προφήτης του Καραζικάρ, του Beholer στον οποίο ανήκει η περιοχή. Τα πλάσματα αυτά είναι αποκρουστικά και βάναυσα στην ατελείωτη παράνοιά τους, το να πάρουμε το μάτι του θα είναι επικίνδυνο αλλά ένας λιγότερος beholder στο Underdark είναι ευγενής σκοπός. Οι προσποιήσεις λατρείας μας δεν ήταν αρκετά πιστικές για το κτήνος και από ότι φαίνεται το λημέρι του είναι γεμάτο παγίδες που δεν έχουν ελπίδα μπροστά στην επίμονη εφευρετικότητα του Broc. Αφού περάσουμε την παγιδευμενη είσοδο, ο Broc μας φωνάζει ότι βρήκε σκλάβους του Beholder, αναμφίβολα και άλλοι μας περιμένουν στα βάθη με σίγουρα περισσότερες παγίδες, έχουμε πολύ δουλειά μπροστά μας…”


7.Επιλογος


Η εκστρατεία της συλλογής του ματιού του οφθαλμοτύραννου στέφθηκε με επιτυχία όπως και των υπόλοιπων συστατικών του τρομερού ξορκιού επικλησης που θα τελέσει ο εξόριστος Αρχιμάγος Βίζεραν Ντεβίρ. Τα Υπόσκυλα με τον Έλιστρααλ και τον Βίζεραν Ντεβίρ φτάνουν στην βυθισμένη σε απόλυτη αναρχία Μενζομπεράνζααν. Η Πόλη των Αραχνών ταράζει την καλή καρδιά του Έλιστρααλ. Πόσοι άδικοι θάνατοι και μαρτύρια έχουν βρει οι πιστοί και πιστές στην Ελίστραη σε αυτή την καταραμένη πόλη? Μήπως η μοίρα της Αβύσσου είναι αυτό που αξίζει σε ένα τέτοιο φρικτό μέρος? Όμως αν πέσει η Μενζομπεράνζααν, τότε θα ακολουθήσουν οι λαοί της επιφάνειας, αυτό είναι το μόνο βέβαιο. Άλλωστε ποιος ξέρει πόσες αθώες ψυχές ζούνε όπως κι αυτός στο παρελθόν κρυμμένες ανάμεσα στα παρανοικά ντρόου..

Ο Αρχιμάγος πραγματοποιεί το φοβερό τελετουργικό και όλοι οι Πρίγκιπες των Δαιμόνων που είχαν ξεχυθεί στο Υποσκότος φτάνουν στην πλατεία της Πόλης! Όλα μοιάζουν να τυλίγονται σε ένα αβυσσαλέο σκοτάδι, ενώ αιρετικοί ακόλουθοι των Δαιμόνων ουρλιάζουν φανατικούς ύμνους στο όνομα των Πριγκίπων! Φλόγες, μαύρα μάγια και φοβερές κατάρες χτυπούν ασταμάτητα τα πάντα γύρω. Κανείς, ούτε και οι ίδιο οι Πρίγκιπες των Δαιμόνων, δεν μπορεί να γλιτώσει από την αδιάβλητη ουσία της ύπαρξής του. Η ποτισμένη με μίσος και ανταγωνισμό φύση των καταραμένων ψυχών, η μετουσία της απόλυτης κυριαρχίας επί των πάντων, η δίψα για δύναμη,  οδηγεί όπως συμβαίνει ατελείωτες χιλιετίες τους Πρίγκηπες σε μια θανατηφόρα μονομαχία αναμεταξύ τους. Ο Αρχιμάγος Βίζεραν υπολόγισε σωστά. Όταν τελικά επικρατεί ο Δαιμονογόργονας, ο ισχυρότερος εκ των Πριγκίπων, τα Υπόσκυλα είναι το μοναδικό εμπόδιο στην απόλυτη επιβολή της κυριαρχίας της Αβύσσου στον κόσμο του Φαερούν!

Η τελική μάχη ξεκινά και όλη η προσπάθεια φτάνουν στο σημείο κορύφωσής! Οι Αντάκιορ Ολόζορ, Μπροκ Ορειχαλκογέννης, Ζορντ ο Γκρίζος και Έλιστρααλ Γκαλανόντελ είναι οι τέσσερις από την αρχική ομάδα που φτάνουν στο τέλος της μεγάλης μάχης. 

 

Στο πλάι τους, αναπάντεχα, δύο ταξιδιώτες από τον κόσμο της Μπαρόβια, η Σέρα και η Σαμπρίνα Βον Έβερεκ. Με κουράγιο, περίσσεια τέχνη και πολεμικές κραυγές που θα ζήλευαν ακόμη και οι σπουδαιότεροι των βάρδων, ολη η μαγεία του Αντάκιορ, οι θεϊκές επικλήσεις του Ζορντ, το πιστό Πελέκι του Μπροκ και το Ξίφος του Έλιστρααλ φτάνουν τον φοβερό Δαιμονογόργονα μια στιγμή πριν την εξορία του στις κατώτερες διαστάσεις. Το τελευταίο χτύπημα στον Δαιμονογόργονα έρχεται από την μαύρη μαγεία της Σαμπρίνας Βον Έβερεκ, και το κτήνος εξαϋλώνεται!

Με κραυγές θριάμβου και πλήθος δακρύων να περιλούζουν τους λιγοστούς επιζώντες…ο Έλιστρααλ βλέπει τον Αντάκιορ και τον Ζορντ να αποχωρούν για θεϊκούς κόσμους σε μακρινές διαστάσεις. Στο πλάι του βρίσκεται μόνο ο σκληρόπετσος βάρβαρος,ο νάνος Μπροκ Ορειχαλκογένης. Ορφανός πλέον από πατρίδα μιας και ολόκληρη η Φατριά των Ορειχαλκογέννηδων έπεσε στον πόλεμο με τα πλάσματα της Αβύσσου στέκεται διψασμένος για νέες προκλήσεις δίπλα στον παράξενο ξωτικό φίλου του. Το μέλλον της εγκαθίδρυσης ενός Βασιλείου για τα καλά ξωτικά του Υποσκότους ανοίγεται μπροστά τους. Ο Έλιστρααλ θηκαρώνει το ξίφος των Γκαλανόντελ και μαζί με τον Μπροκ γίνονται ένας μύθος που με βεβαιότητα θα εξιστορηθεί στα τραγούδια των βάρδων στο μέλλον.

Επιστροφή στο ιστολόγιο

Υποβάλετε ένα σχόλιο

Έχετε υπόψη ότι τα σχόλια χρειάζεται να λάβουν έγκριση προτού δημοσιευτούν.